Αν και στην Ελλάδα δεν συνηθίζεται να πίνεται, όπως για παράδειγμα ο καφές, στη Βόρειο Ευρώπη είναι αρκετά διαδεδομένο, καθώς και στις Αραβικές χώρες και στην Κεντρική Ασία. Πατρίδα του τσαγιού είναι η Κίνα και οι Ινδίες. Για τη Βρετανία είναι το εθνικό της ρόφημα, αν και οι Άγγλοι άποικοι και ναυτικοί το έφεραν από την Κίνα. Η ονομασία τσάι είναι περίπου κοινή σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και στην πραγματικότητα σημαίνει Κίνα. Το τσάι έχει αρκετές χρήσιμες ουσίες και γι’ αυτό είναι σημαντικό για τη διατροφή μας. Απαντάται σε διάφορες ποικιλίες, μερικές από τις οποίες αναφέρονται παρακάτω.
Γενικά στην Κίνα ως τσάι θεωρούν μόνο το πράσινο, το οποίο φτιάχνεται με την προσθήκη φύλλων τσαγιού σε ζεστό νερό (όχι βραστό). Όλα τα υπόλοιπα μαύρα τσάγια ή το τσάι σε φακελάκια, που είναι αρκετά διαδεδομένα στην Ευρώπη, δεν αναγνωρίζονται ως τσάι.
Το πράσινο τσάι παρασκευάζεται από αποξήρανση των φύλλων από το φυτό Camelia sinensis. Τα φύλλα τσαγιού περιέχουν μεγάλο αριθμό αντιοξειδωτικών ουσιών όπως οι πολυφαινόλες, που εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου, που προκαλούν διάφορες ασθένειες, αλλά και τη γήρανση του δέρματος. Διάφορα ιατρικά και ερευνητικά ινστιτούτα έχουν ασχοληθεί με τις ιδιότητες του ροφήματος τσαγιού και με το όφελός του στον ανθρώπινο οργανισμό. Για παράδειγμα, σε μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Cancer, αναφέρεται ότι η τακτική κατανάλωση πράσινου τσαγιού μειώνει κατά 50% τον κίνδυνο γαστρίτιδας. Σε έρευνα που δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό Mutation Research, αναφέρεται ότι η κατανάλωση περισσότερων από δέκα φλιτζανιών πράσινου τσαγιού την ημέρα καθυστερεί σημαντικά την ανάπτυξη του καρκίνου, σε σύγκριση με την κατανάλωση λιγότερων από 3 φλιτζάνια την ημέρα. Σε άλλη επιστημονική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Nutritional Biochemistry, το απόσταγμα πράσινου τσαγιού συμβάλλει στην προστασία της χοληστερόλης από καταστροφικές αλλαγές, οι οποίες πιστεύεται ότι συμβάλουν στην προδιάθεση για απόφραξη των αρτηριών, ενώ στο έντυπο British Medical Journal υπήρχε δημοσίευμα έρευνας, που αναφέρει ότι η κατανάλωση πράσινου τσαγιού σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα χοληστερόλης και άλλων βλαβερών λιπιδίων του αίματος, γνωστά ως τριγλυκερίδια.
Γενικά υπάρχουν πολλά δημοσιεύματα επιστημονικών ερευνών, που συνεχίζουν να ερευνούν τη σχέση κατανάλωσης πράσινου τσαγιού με την καταπολέμηση του καρκίνου. Όμως το πράσινο τσάι, ως ρόφημα πάντα, μπορεί να συμβάλει και στην προστασία από καρδιοαγγειακά νοσήματα, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα την HDL, δηλαδή την «καλή» χοληστερόλη, η οποία μειώνει τον κίνδυνο καρδιοαγγειακών νοσημάτων και εγκεφαλικών. Το τσάι δεν διατηρεί μόνο σε καλή κατάσταση την καρδιά, τα αγγεία και τον εγκέφαλο, αλλά και το συκώτι. Το πράσινο τσάι μπορεί να μειώσει τα επίπεδα ενζύμων στο συκώτι. Σε περίπτωση ασθένειας γίνεται καταμέτρηση των ενζύμων αυτών, των οποίων το επίπεδο είναι αυξημένο σε περίπτωση ασθένειας του ήπατος.
Το πράσινο τσάι περιέχει καφεΐνη, όπως και το μαύρο, αλλά η ποσότητα είναι διαφορετική ανάλογα με τον τύπο τουτσαγιού και εξαρτάται ανάλογα με τη μέθοδο παρασκευής και την προτιμώμενη ισχύ. Ο μέσος όρος καφεΐνης γενικά στο τσάι είναι 20 με 30mg ανά 100ml. Η συνιστώσα ημερήσια δόση καφεΐνης, ανεξάρτητα από την πηγή, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 600mg ανά 100ml. Στις έγκυες γυναίκες η δόση μειώνεται στα 300mg. Για όσους είναι σε δίαιτα ή προτιμούν ένα ελαφρύ διαιτολόγιο, το τσάι είναι ό,τι πρέπει, αφού δεν περιέχει καθόλου θερμίδες, εκτός αν πίνεται με προσθήκη ζάχαρης. Τα τσάγια με άρωμα φρούτων ή φτιαγμένα από ξηρά φρούτα, περιέχουν θερμίδες από ίχνη ζάχαρης των φρούτων αυτών.
Αφεψήματα
Στα αφεψήματα συγκαταλέγονται ροφήματα όπως το φασκόμηλο, το χαμομήλι, ο δυόσμος, η μέντα και άλλα διάφορα, αλλά όχι το τσάι. Εδώ στην Ελλάδα συνηθίζεται να πίνουμε, κυρίως στα χωριά, «τσάι του βουνού», το οποίο είναι κι αυτό ένα αφέψημα και η βασική του ονομασία είναι σιδηρίτης. Αν και έχει μείνει η ονομασία «τσάι», είναι ένα διαφορετικό φυτό. Ο σιδηρίτης περιέχει κι αυτός πολλές αντιοξειδωτικές ουσίες και είναι αρκετά διουρητικός σαν ρόφημα. Γενικά στη χώρα μας συνηθίζεται να χρησιμοποιείται ενάντια στη διάρροια, την κολίτιδα, τους κολικούς του πεπτικού και τη δυσπεψία. Επιπλέον, τα παρασκευάσματα από σιδηρίτη θεωρούνται καταπραϋντικά του πεπτικού, αποχρεμπτικά, εφιδρωτικά, θερμαντικά και σπασμολυτικά για το αναπνευστικό, ιδανικά για την καταπολέμηση του βήχα. Να σημειωθεί ότι δεν περιέχει καθόλου καφεΐνη και μπορεί να καταναλωθεί σε μεγαλύτερες ποσότητες.
Ένα άλλο ρόφημα που συγχέεται με το τσάι είναι το μάτε, ένα εκχύλισμα φυτών, αρκετά διαδεδομένο στους λαούς της Νότιας Αμερικής. Το φυτό από το οποίο προέρχεται το μάτε δεν έχει καμιά σχέση με το φυτό του τσαγιού. Οι λαοί Γκουαράνι και Κετσούα έπιναν το εκχύλισμα μάτε πριν από την έλευση του Κολόμβου. Έχει διατυπωθεί στο παρελθόν ότι το μάτε περιέχει ένα ιδιαίτερο συστατικό, τη «ματεΐνη», το οποίο μοιάζει με την καφεΐνη χωρίς όμως τα στοιχεία εθισμού της τελευταίας. Η ματεΐνη υποστηρίχθηκε ότι είναι ένα στερεοϊσομερές της καφεΐνης και συνεπώς μια διαφορετική ουσία. Εντούτοις, αυτό είναι αδύνατο, καθώς η καφεΐνη δεν έχει κανένα στερεοϊσομερές. Συνεπώς η ματεΐνη είναι ένα συνώνυμο της καφεΐνης. Το μάτε περιέχει περίπου στα φύλλα του, όση καφεΐνη περιέχεται στους κόκκους του καφέ. Λόγω του τρόπου προετοιμασίας, μια κούπα γενικά περιέχει λιγότερη καφεΐνη από μια κούπα καφέ. Παρά το γεγονός ότι του έχουν αποδοθεί πολλές θεραπευτικές ιδιότητες, ελάχιστα έχουν αποδειχθεί. Έχει αποδειχθεί π.χ. ότι το μάτε έχει ισχυρές αντίοξειδωτικές ιδιότητες και μειώνει την οξειδωτική τάση του σώματος.
Μερικές ποικιλίες τσαγιού
Το τσάι Ερλ Γκρέι. Το τσάι φέρει την ονομασία του κόμη Ερλ Γκρέι, ο οποίος για κάποια περίοδο ήταν Βρετανός πρωθυπουργός, στον οποίο ένας απεσταλμένος από την Κίνα έκανε δώρο αυτό το μίγμα ως ευγνωμοσύνη για μια καλή πράξη. Η οικογένεια Γκρέι έπινε μόνο αυτό το μίγμα τσαγιού, για το οποίο έστελναν παραγγελιές τακτικά στην Κίνα. Όποιος άλλος ήθελε να δοκιμάσει αυτό το τσάι ζήταγε στο κατάστημα Τουΐνινγκς (Twinings) του Λονδίνου, το τσάι με το όνομα του Κόμη Γκρέι κι έτσι έμεινε γνωστό έως σήμερα αυτό το μίγμα τσαγιού. Η αρωματική ουσία αυτού του τσαγιού προέρχεται από το περγαμόντο. Το περγαμόντο είναι ποικιλία πορτοκαλιού και ο καρπός του είναι μικρός σαν αχλάδι. Από τις φλούδες του εξάγεται το λάδι περγαμόντο, το οποίο προστίθεται ως αρωματικό στο τσάι.
Το τσάι Lapacho. Το Lapacho λαμβάνεται από το φλοιό του δέντρου Lapacho των τροπικών δασών (Tabebuia avellanedeae, συνώνυμο: Tabebuia impetiginosa), από το οποίο μόνο ο εξωτερικός κόκκινος φλοιός χρησιμοποιείται στη διαδικασία παραγωγής. Ο φλοιός περιέχει πολυάριθμες τανίνες, οξέα και βιταμίνες. Το δέντρο δεν είναι απαραίτητο να κοπεί για αυτό το λόγο, αφού ο φλοιός αναπτύσσεται πάλι μέσα σε ένα έτος. Το δέντρο είναι εντελώς ασύνδετο με το κανονικό φυτό του τσαγιού.
Το τσάι Darjeeling. Το Darjeeling είναι μια τοποθεσία στο βόρειο μέρος της Ινδίας, στις πλαγιές των Ιμαλάϊων, όπου στις αρχές του 19ου αιώνα οι Άγγλοι άποικοι καθιέρωσαν συστηματικά τις μεγάλες φυτείες τσαγιού. Το Darjeeling αναπτύσσεται σε υψόμετρο που κυμαίνεται από 600 έως 2000 μέτρα. Το δροσερό, υγρό κλίμα, το χώμα, οι βροχοπτώσεις και η κεκλιμένη έκταση, όλα αυτά συνδυάζονται ώστε να δώσουν στο Darjeeling τη μοναδική γεύση «μοσχοστάφυλου» και την έξοχη ευωδία του. Γενικά, η ποιότητα του τσαγιού Darjeeling χαρακτηρίζεται από την παρουσία σε υψηλότερο επίπεδο μονοτερπενίων, και διαφέρει σημαντικά από τα ινδικά τσάγια Assam και τα τσάγια του νότου σε αυτή την παράμετρο. Το τσάι Darjeeling ταξινομείται μεταξύ των λεπτότερων και ακριβότερων ποικιλιών στον κόσμο.
Το τσάι Oolong. Το Oolong είναι ένας παραδοσιακός κινεζικός τύπος τσαγιού κάπου με-ταξύ πράσινου και μαύρου. Ο όρος oolong σημαίνει «μαύρος δράκος» ή «μαύρο φίδι» στα κινέζικα. Διάφοροι μύθοι περιγράφουν την προέλευση αυτού του περίεργου ονόματος. Σε ένα μύθο, ο ιδιοκτήτης μιας φυτείας τσαγιού φοβήθηκε και απομακρύνθηκε από τα ξηραμένα φύλλα τσαγιού του, με την εμφάνιση ενός μαύρου φιδιού. Όταν επέστρεψε προσεκτικά αρκετές ημέρες αργότερα, τα φύλλα ήταν οξειδωμένα από τον ήλιο και έδωσαν έναν ευχάριστο προϊόν. Μια άλλη ιστορία λέει πως ένας άντρας που ονομαζόταν Wu Liang (που αλλοιώθηκε αργότερα σε Wu Long, ή Oolong), ανακάλυψε το τσάι oolong τυχαία, όταν αποσπάστηκε από ένα ελάφι μετά από μια σκληρή ημέρα μαζέματος τσαγιού και ώσπου να θυμηθεί το τσάι, αυτό είχε αρχίσει ήδη να οξειδώνεται. Άλλοι λένε ότι το τσάι καλείται oolong επειδή τα φύλλα μοιάζουν με μικρούς μαύρους δράκους που ξυπνούν όταν χύνεται καυτό νερό πάνω τους. Τα φύλλα τσαγιού oolong διακρίνονται, όταν είναι ξηρά, από τη μαύρη νηματοειδή εμφάνισή τους.
-Πηγές: www.iatronet.gr Εφημερίδα Daily Mail, «How green is your cuppa?»
http://www.food-info.net/gr/qa/tea.htm , «Όλα για τα βότανα για όλους», σελ. 370, εκδόσεις Ιριδα 2003
Σχολιάστε το άρθρο